ανθρακοπυρίτιο

ανθρακοπυρίτιο
Ένωση πυριτίου. Η δομή του είναι όμοια με εκείνη του διαμαντιού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • άνθρακας — I (anthrax). Δίπτερο έντομο της οικογένειας των βομβυλιιδών. Πρόκειται για μεγάλη μύγα, που φτάνει σε μήκος τα 25 εκ. Έχει μαύρο σώμα με λέπια και τρίχες, πλατύ κεφάλι και προβοσκίδα που συνήθως είναι πολύ μακριά και λεπτή. Το θηλυκό γεννά τα… …   Dictionary of Greek

  • πυρίτιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Si· ανήκει στην πρώτη υποομάδα της τέταρτης ομάδας του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 14, ατομικό βάρος 28,06, τρία φυσικά σταθερά ισότοπα και δύο τεχνητά και ραδιενεργά. Πολύ διαδεδομένο στη… …   Dictionary of Greek

  • ακόνι ή ακονόπετρα — Σκληρή πέτρα, φυσική ή τεχνητή, που χρησιμεύει για το τρόχισμα διαφόρων μεταλλικών εργαλείων. Κατασκευάζεται συνήθως από σμύριδα ή από τεχνητές ύλες όπως το τεχνητό κορούνδιο και το ανθρακοπυρίτιο. Τα υλικά αυτά, κονιορτοποιημένα, ρίχνονται μέσα… …   Dictionary of Greek

  • βαρίστορ — Ειδική ηλεκτρική αντίσταση, που η τιμή της δεν μεταβάλλεται γραμμικά (με την επίδραση θετικής ή αρνητικής τάσης), αλλά εκθετικά. Κατασκευάζονται με ανάμειξη κρυστάλλων ημιαγωγού υλικού (ανθρακοπυρίτιο) και συνδετικού υλικού (πηλός, υδρύαλος,… …   Dictionary of Greek

  • καρβορούνδιο — Εμπορική ονομασία ενός προϊόντος εξαιρετικά σκληρού, που αποτελείται από ανθρακοπυρίτιο (SiC) και χρησιμοποιείται ως λειαντικό …   Dictionary of Greek

  • Μουασάν, Ανρί Φερντινάν Φρεντερίκ — (Henri Ferdinand Frederic Moissan, Παρίσι 1852 – 1907). Γάλλος χημικός. Ξεκίνησε την επιστημονική του σταδιοδρομία διδάσκοντας στο Παρίσι, αρχικά στο Ινστιτούτο Αγρονομίας και στη συνέχεια στο Ινστιτούτο Τοξικολογίας. Το 1900 διορίστηκε καθηγητής …   Dictionary of Greek

  • πυρίμαχα πετρώματα — Οι πρώτες ύλες των πυρίμαχων βρίσκονται στα πετρώματα που αποτελούνται από οξείδια ανθεκτικά σε υψηλές θερμοκρασίες· τα πετρώματα αυτά είναι γενικά λίγα και συνίστανται από ένα ή δύο δύστηκτα οξείδια, όπως το οξείδιο του πυριτίου (SiO2), το… …   Dictionary of Greek

  • πυρίμαχα υλικά — Υλικά που χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικές κατασκευές και χαρακτηρίζονται από την αντοχή τους στις υψηλές θερμοκρασίες χωρίς να χάνουν το σχήμα ή τη σκληρότητά τους. Τα π.υ. δεν αντιδρούν χημικά με τα υλικά που έρχονται σε επαφή και, σύμφωνα με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”